Όπως ήταν φυσικό, η διακήρυξη αυτή της πίστεως εκ μέρους της αγίας Βαρβάρας εξόργισε τον φαινομενικά φιλάνθρωπο ως εκείνη τη στιγμή Μαρκιανό. Ο οποίος, αποβάλλοντας το προσωπείο της επιείκειας, πρόσταξε να τη δέσουν και να τη μαστιγώσουν αλύπητα με βούνευρα. Για να επιτείνει μάλιστα τους πόνους στο καταπληγωμένο σώμα της, διέταξε να τρίβουν τις πληγές με χοντρά τρίχινα υφάσματα. Κι ενώ ανελέητα και απάνθρωπα βασανιζόταν η καλλιπάρθενη Μάρτυς, το αίμα που ανέβλυζε από το καταπληγωμένο σώμα της «πορφύρωσε όλο το έδαφος κάτω και γύρω απ’ αυτό». Ο ηγεμόνας Μαρκιανός δεν αρκέστηκε στην απάνθρωπη μαστίγωσή της. Ήθελε να σκεφτεί και άλλου είδους βασανισμούς, στους οποίους θα την υπέβαλε. Γι’ αυτό την έκλεισε και πάλι στη φυλακή.
Η εμφάνιση του Κυρίου στη Μάρτυρα. Η συμπαράσταση της Ιουλιανής
Στη φυλακή η Βαρβάρα προσευχόταν στον Κύριο και Θεό της, όταν ξαφνικά ένα ουράνιο και λαμπρό φως την περιέλαμψε, ενώ της εμφανίστηκε ο Ιησούς Χριστός. Της έδωσε θάρρος και την προέτρεψε να μη φοβάται οτιδήποτε προέρχεται από τους ανθρώπους, όσο κακό και φοβερό κι αν είναι. Της είπε επίσης ότι Εκείνος θα είναι μαζί της και θα νιώθει ασφαλής κάτω από τις πτέρυγες της προστασίας του.
Προτού ακόμη τελειώσει αυτά που της έλεγε, το θαύμα είχε συντελεσθεί: Οι πληγές της Μάρτυρος είχαν κλείσει, δεν φαινόταν στο αγιασμένο σώμα της ούτε τα ίχνη τους, ενώ άφατη χαρά, αγαλλίαση και ευφροσύνη την πλημμύρισε. Μια γυναίκα, πιστή κι εκείνη στον Θεό, η οποία ως φίλη συναναστρεφόταν τη Βαρβάρα και βρισκόταν μαζί της στη φυλακή, όταν είδε το πόσο θαυματουργικά εξαφανίστηκαν και επουλώθηκαν οι πληγές της, όχι μόνο δόξασε τον Κύριο, αλλά ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο στην πίστη και ένιωσε έτοιμη να δεχθεί και η ίδια αν χρειαστεί μαστιγώσεις και το μαρτύριο για χάρη του Σωτήρα και Λυτρωτή της.
Ο ηγεμόνας Μαρκιανός έδωσε και πάλι εντολή να οδηγήσουν ενώπιον του τη Βαρβάρα. Καθισμένος στην έδρα του δικαστηρίου, ενώ επίσημοι και πλήθος λαού τον περιέβαλαν, ήταν έτοιμος και αποφασισμένος να κλείσει το θέμα. Όταν εμφανίστηκε η αγία Μάρτυς, έκπληξη και δέος κατέλαβε τους παρευρισκομένους, καθώς την αντίκρισαν. Στο σώμα της δεν διέκριναν ούτε μία αμυχή. Οι πληγές της από τη μαστίγωση είχαν τελείως επουλωθεί. Κι ενώ θα περίμενε κανείς να παραδεχτούν τη θαυματουργική επέμβαση του Θεού των χριστιανών, ο Μαρκιανός, τυφλωμένος από ειδωλολατρικό πάθος, χωρίς ίχνος λογικής είπε στην αγία Βαρβάρα: Βλέπεις πως σε προσέχουν οι θεοί μας και σε θεράπευσαν φροντίζοντας τις πληγές σου; Για να πάρει αμέσως τη γεμάτη παρρησία απάντηση της: «Πως θα μπορούσαν να κάνουν κάτι παρόμοιο οι θεοί σου, που είναι τυφλοί όπως κι εσύ, και για να φτιαχτούν έχουν ανάγκη από ανθρώπινα χέρια; Αν όμως θα θέλει να μάθεις ποιος με θεράπευσε, σου λέω πως αυτός είναι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζώντος. Τον οποίο δυστυχώς εσύ δεν μπορείς να δεις, αφού βαθύ σκοτάδι ασέβειας έχει καλύψει τα μάτια της ψυχής σου».
Νέα σκληρά βασανιστήρια
Μαρκιανός έγινε έξω φρενών. Η οργή του έφτασε στο αποκορύφωμα. Τίποτε πλέον δεν μπορούσε να τον συγκρατήσει. Έτσι, έδωσε εντολή στους δήμιους να εφαρμόσουν και να εκτελέσουν τα πλέον σκληρά και ανελέητα βασανιστήρια στη Μάρτυρα του Χριστού Βαρβάρα. Κι εκείνοι επιδόθηκαν στο έργο τους με ιδιαίτερο ζήλο. Με σιδερένια νύχια ξέσχισαν τα πλευρά της. Έφεραν στα ξεσχισμένα σημεία λαμπάδες αναμμένες για να επαυξήσουν τους πόνους της. Χτυπούσαν με σφυρί την κεφαλή της. Βλέποντας η Ιουλιανή τα ανείπωτα μαρτύρια της φίλης της και μη μπορώντας να κάνει κάτι άλλο, προσευχόταν μυστικά στον Κύριο, ενώ από τα μάτια της έτρεχαν δάκρυα συμπόνιας και συμπαράστασης.
Το γεγονός έπεσε στην αντίληψη του ηγεμόνα, που θέλησε αμέσως να μάθει το λόγο για τον οποίο η Ιουλιανή έδειχνε τόση συμπάθεια προς την αγία Βαρβάρα. Μόλις πληροφορήθηκε από την ομολογία της ότι και η ίδια είναι χριστιανή, διέταξε να συλληφθεί αμέσως και να τιμωρηθεί ανάλογα. Οι δήμιοι λοιπόν την κρέμασαν σε ξύλο και ξέσκισαν τα πλευρά της με σιδερένια νύχια, όπως είχαν πράξει και με την αγία Βαρβάρα, η οποία υψώνοντας ψυχή και βλέμμα στον ουρανό είπε τούτα τα λόγια: «Καρδιογνώστη Θεέ μου, εσύ γνωρίζεις πως εγώ, ποθώντας σε και από αγάπη προς το νόμο σου, πρόσφερα σ’ Εσένα τον εαυτό μου και νιώθω απόλυτη εξάρτηση από τη δύναμή σου. Μη μας εγκαταλείπεις λοιπόν, αλλά κατά το έλεος σου βοήθησέ μας. Ενίσχυσε μας να φθάσουμε και οι δυο μας στο τέρμα του δρόμου.
Ο 95ος ψαλμός του Ψαλτηρίου.
Πάντων των εθνών οι Θεοί δαιμόνια.
Μεγάλη η χάρη τής και να πρεσβεύει για όλους μας .
Αμήν αμήν αμήν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου